φαιδρός
= λαμπρός, εύθυμος.
φαίνω
= φανερώνω, δείχνω.
φρουράν
φαίνω = κηρύττω επιστράτευση.
φαῦλος
= ασήμαντος, χυδαίος.
φείδομαι
= λυπάμαι, λογαριάζω.
φειδώ
= φροντίδα, οικονομία.
φέρω
= φέρνω, μεταφέρω.
χάριν
φέρω = χαρίζομαι, ευγνωμονώ.
τήν
ψῆφον φέρω = αποφασίζω.
ἄγω
καί φέρω = αρπάζω, βλάπτω, λεηλατώ.
βαρέως
φέρω = αγανακτώ.
εὖ
φέρομαι = αποβαίνω καλά, πετυχαίνω, εκτιμώμαι.
κακῶς
φέρομαι = έχω αποτυχίες.
πλέον
φέρομαί τινος = υπερέχω κάποιου, πλεονεκτώ.
φεύγω
= φεύγω, καταφεύγω, εξορίζομαι.
ὁ
φεύγων = ο κατηγορούμενος, ο εξόριστος.
φθάνω
= προλαβαίνω.
οὐ
φθάνω (+ κατηγ. μετοχή)…και…μόλις, αμέσως.
φθείρω
= καταστρέφω, εξοντώνω.
φθονέω-ῶ
= αρνούμαι, φθονώ.
φθονῶ
τινί τινος = από φθόνο αρνούμαι κάτι σε κάποιον.
φιλέω-ῶ
= αγαπώ, φιλοξενώ.
φιλικῶς
χρῶμαί τινι = έχω φιλικές διαθέσεις.
φιλονικέω-ῶ
= είμαι φιλόνικος.
φιλονικία
= φιλονικία, αντιζηλία.
φιλοπονία
= εργατικότητα.
φιλόπονος
= εργατικός, κοπιαστικός.
φίλος
= φίλος, αγαπητός, σύμμαχος.
φιλοτιμέομαι-οῦμαι
= φιλοδοξώ, ανταγωνίζομαι.
φιλοτιμία
= φιλοδοξία, ανταγωνισμός.
φιλότιμος
= φιλόδοξος.
φοβέω-ῶ
= εκφοβίζω.
φοιτάω-ῶ
(< φοῖτος) = συχνάζω.
φορά
= μεταφορά, εισφορά.
φράζω
= λέγω, συμβουλεύω.
φρονέω-ω
= σκέπτομαι, νομίζω.
οἱ
εὖ φρονοῦντες = συνετοί.
κακῶς
φρονῶ = δεν σκέπτομαι ορθά.
μέγα
φρονῶ = υπερηφανεύομαι.
ἀγαθά
(φίλα-κακά) φρονῶ = έχω καλές (φιλικές-εχθρικές)
διαθέσεις.
φρουρά
= φρουρά, φρούρηση.
φρουράν
φαίνω = κηρύττω τον πόλεμο, κάνω επιστράτευση.
φυγάς
= εξόριστος, δραπέτης.
κατάγω
φυγάδα = επαναφέρω στην πατρίδα.
ὁ
φυγάς κατέρχεται = ο εξόριστος επανέρχεται στην
πατρίδα.
φυλακή
= φρούρηση, φρουρά, φρούριο, σωματοφυλακή.
φυλακάς
ἔχω (φυλάττω) = φρουρώ.
ἐν
φυλακῇ εἰμι = είμαι σε επιφυλακή.
φυλάττω
= φυλάω, φρουρώ.
φυλάττομαι
= αποφεύγω, προφυλάσσομαι.
φύσις
= φύση, χαρακτήρας, οργανισμός./// πέφυκα
= είμαι εκ φύσεως.
φύσει
πεφυκότα = τα φυσικά στοιχεία.
χαλεπαίνω
= αγανακτώ, οργίζομαι.
χαλεπός
= δύσκολος, φοβερός.
χαλεπῶς
ἔχω = οργίζομαι, βρίσκομαι σε δύσκολη θέση.
χαλεπῶς
φέρω = αγανακτώ, δυσφορώ, το φέρνω βαριά.
χαρίεις
= χαριτωμένος.
χαριέντως
= με χάρη.
χαρίζομαι
= κάνω χάρη.
δίκαια
(ῥᾴδια) χαρίζομαι = κάνω χάρη δίκαιη (εύκολη).
κεχαρισμένος
= ευχάριστος.
χάρις
= χάρη, εύνοια, ευχαρίστηση, ευγνωμοσύνη.
χάριν
οἶδά τινι - χάριν ἔχω τινί - χάριν ἀποδίδωμι = χρωστώ
ευγνωμοσύνη, ευχαριστώ, ευγνωμονώ.
χειμών,-ῶνος
= χειμώνας, κακοκαιρία.
εἰς
χεῖρας ἔρχομαί τινι = συμπλέκομαι
ἔρχομαι
εἰς χεῖράς τινος = περιέρχομαι στην εξουσία
κάποιου.
ἄρχω
χειρῶν ἀδίκων = κάνω αρχή της αδικίας.
χειρόομαι-οῦμαι
= κυριεύω, υποτάσσω, αιχμαλωτίζω.
χειροτονέω-ῶ
= εκλέγω, διορίζω, ψηφίζω, αποφασίζω
(με ανάταση χεριού).
χρεία
(χρῶμαι) = χρήση, ανάγκη, χρησιμότητα.
χρή
= είναι ανάγκη, πρέπει.
χρήομαι-χρῶμαι
= μεταχειρίζομαι.
οἰκείως
χρῶμαί τινι = συμπεριφέρομαι λογικά.
χρηστήριον
= μαντείο, χρησμός.
χώρα
= χώρα, πατρίδα, χώρος.
χωρέω-ῶ
= προχωρώ, έρχομαι.
χωρίον
= τοποθεσία.
χωρίς
= χωριστά.
ψευδομαρτυρέω-ῶ
= είμαι ψευδομάρτυρας.
ψεύδω
= διαψεύδω, απατώ.
ψεύδομαί
τινος = αποτυγχάνω, απατώμαι σε κάτι.
ψεύδομαι
τῆς ἐλπίδος = διαψεύδομαι στις ελπίδες μου.
ψηφίζω
= ψηφίζω.
ψηφίζομαι
= ψηφίζω, αποφασίζω, εγκρίνω.
ψήφισμα
= απόφαση, ψήφισμα.
τήν
ψῆφον φέρω = αποφασίζω, εκδίδω απόφαση.
ψῆφον
ἐπάγω = προτείνω ψηφοφορία.
ψιλός
= γυμνός, ακάλυπτος, άδενδρος.
ψῦχος
= ψύχος, χειμώνας.
ὠθέω-ῶ
= σπρώχνω, απωθώ.
ὠμότης
= σκληρότητα.
ὠνέομαι-οῦμαι
= αγοράζω.
ὠνή
= αγορά.
ὠνητός
= αγοραστός.
ὤνια
(τά) = ψώνια.
ὥρα
= ώρα, εποχή, κατάλληλος χρόνος.
ὧραι = εποχές του έτους.
ὠφελέω-ῶ
= βοηθώ, ωφελώ.
ὠφέλιμος =
ωφέλιμος, χρήσιμος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου